Ψηφίστηκε ομόφωνα η πρόταση της Επτανησιακής Αναγέννησης για την προστασία των ακτών του Ιονίου-Η εισήγηση
ΣΑΒΒΑΤΟ 30 ΓΕΝΑΡΗ 2016 , 2Η/2016 ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΠΣΙΝ ΜΕ ΤΗΛΕΔΙΑΣΚΕΨΗ
5. Στη συνεχισθείσα μέχρι αργά συνεδρίαση επικεφαλής της Παράταξης Γιώργος Καλούδης ανέπτυξε το θέμα που ζήτησε να εγγραφεί για λήψη απόφασης, δηλ. της κατεπείγουσας ανάγκης να διασώσουμε τις παραλίες μας και να προστατεύσουμε τον τουρισμό μας, από τη συνεχή και μεγάλη διάβρωση που κάποιες από τις οποίες τις έχει σμικρύνει πάρα πολύ ( Δασιάς-Ύψου, Γλυφάδας, Αγίου Νικήτα, Πλατύ Γιαλού, Λαγανά και πολλών άλλων), ανέπτυξε τα επιχειρήματα και στοιχεία της εισήγησης του στελέχους της παράταξης Γιάννη Βραδή,(δείτε παρακάτω) και ζήτησε να ανατεθεί προκαταρκτική μελέτη στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών προκαταρκτική μελέτη μέχρι 15.000 ευρώ, για την επιστημονική τεκμηρίωση του φαινομένου της διάβρωσης των Επτανησιακών παραλιών, τον προσδιορισμό των αιτίων και πρόταση λύσεων.
Η πρότασή μας ψηφίσθηκε ομόφωνα.
Διάβρωση των Επτανησιακών παραλιών, μία λυπηρή πραγματικότητα; Τι μπορεί να γίνει;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μερικές από τις ωραιότερες εικόνες της φύσης είναι τα σημεία συνάντησης των δύο στοιχείων, του νερού και της γης, της θάλασσας και της ξηράς. Η δύναμη του υγρού στοιχείου αποσαθρώνει τη γη, την θρυμματίζει, την μετατρέπει σε μικρούς κόκκους, την αποθέτει μεταξύ ξηράς και θάλασσας και δημιουργεί τις παραλίες. Οι παραλίες ως γέννημα των δύο στοιχείων είναι στερεές αλλά και ρευστές, αέναα διαμορφούμενες από την δράση των κυμάτων και του τρίτου των στοιχείων, του αέρα.
Οι παραλίες αποτελούν ένα σημαντικό και αναπόσπαστο κομμάτι του Επτανησιακού τοπίου, σημείο αναφοράς της βαριάς βιομηχανίας του τόπου, του τουρισμού. Κατά τα τελευταία όμως χρόνια υπάρχει μία γενικότερη αίσθηση ότι οι παραλίες των Ιόνιων νησιών σταδιακά μειώνονται σε μέγεθος. Η σύγκριση του πλάτους της παραλίας της Μυρτιώτισσας προ δεκαετίας με αυτήν του σήμερα είναι πραγματικά απογοητευτική. Σε φωτογραφία των μέσων του 20ου αιώνα η παραλία του Αγίου Νικήτα εμφανίζεται εντυπωσιακά πλατύτερη από ότι σήμερα. Στο νότιο τμήμα της παραλίας του Ύψου οι φοίνικες που φυτεύτηκαν πριν λίγα χρόνια βουτούν τις ρίζες τους πλέον συχνά μέσα στην θάλασσα. Μία ενδεχόμενη μείωση της έκτασης των παραλιών των Επτανήσων θα έχει σημαντικές συνέπειες τόσο στο φυσικό περιβάλλον, όσο και στον τουρισμό. Για τον παραπάνω λόγο o αρχηγός της περιφερειακής παράταξης "Επτανησιακή Αναγέννηση" κος Γιώργος Καλούδης ζήτησε από το "Ιονίων Νήσων Όραμα" να κάνει μία πρώτη προσέγγιση - διερεύνηση του θέματος.
Από μία πρόχειρη μέτρηση στους χάρτες της Google προκύπτει ότι στην Κέρκυρα η έκταση της παραλίας της Γλυφάδας κατά το 2013 είναι περίπου 24% μικρότερη σε σχέση με αυτήν μία δεκαετία ενωρίτερα. Αντίστοιχα η παραλία του Αρίλλα βόρεια του μώλου φαίνεται να έχει χάσει το 5% της έκτασης της κατά την ίδια περίοδο. Στην Λευκάδα, η παραλία του Μύλου δεν φαίνεται να έχει αλλάξει σημαντικά, ενώ ο Πλατύς Γιαλός στην Κεφαλλονιά φαίνεται να έχει απολέσει το 19% της έκτασης του. Στην Ζάκυνθο μέσα σε τέσσερα μόνο έτη, μεταξύ του 2009 και του 2013, η παραλία του Λαγανά στο τμήμα εμπρός από τον οικισμό φαίνεται να έχασε το 35% της έκτασης της. Οι παραπάνω παρατηρήσεις και μετρήσεις μπορεί να μην είναι ακριβείς δείχνουν όμως μία γενικότερη τάση μείωσης της έκτασης των παραλιών των Επτανήσων και καθιστούν επιτακτική την επιστημονική μελέτη του θέματος. Κινούμενος προς την κατεύθυνση αυτή ο συγγράφων ήρθε σε επαφή με το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών και συνάντησε τον ερευνητή Δρ. Βασίλειο Καψιμάλη. Κατά την διάρκεια της συζήτησης παρουσιάστηκαν οι παραπάνω προβληματισμοί, μία σύνοψη της ανάλυσης του θέματος από τον ερευνητή και οι προτάσεις του παρατίθενται παρακάτω.
Η μορφή, το εύρος και η έκταση των παραλιών επηρεάζεται από τον κυματισμό της θάλασσας. Τα κύματα ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους, αλλά και με την εποχή του χρόνου μπορεί να εναποθέτουν, να αφαιρούν ή να μεταφέρουν άμμο. Όσο πιο λεπτόκοκκη είναι η άμμος τόσο περισσότερο είναι ευάλωτη η παραλία στην επίδραση των κυμάτων. Σε γενικές γραμμές ο ισχυρός κυματισμός απομακρύνει την άμμο από μία παραλία, ενώ ο σχετικά ήπιος εναποθέτει άμμο σε αυτήν. Σημαντικό όμως ρόλο στην επίδραση του κυματισμού έχει και η εποχή του χρόνου, οι καταιγίδες του χειμώνα μειώνουν γενικά το εύρος των παραλιών ενώ αυτές του καλοκαιριού το αυξάνουν. Σημαντικός παράγοντας στην επίδραση των κυμάτων στις παραλίες έχει και η διεύθυνση τους σε σχέση με αυτές, η κάθετη προς την παραλία διεύθυνση του κυματισμού ενισχύει την μεταφορά άμμου προς την θάλασσα, ενώ η πλάγια διεύθυνση έχει ως συνέπεια μία σχεδόν παράλληλη προς την ακτή κίνηση της άμμου και μεταφορά της σε άλλα σημεία. Η αυξομείωση του εύρους των παραλιών μέσα σε ένα έτος ή ακόμη και μέσα σε μία τριετία είναι ένα απόλυτα φυσιολογικό κυκλικό φαινόμενο και δεν πρέπει να προκαλεί καμία ανησυχία. Εάν όμως η έκταση της παραλίας δεν επανέρχεται στο αρχικό της μέγεθος μετά την πάροδο της τριετίας τότε το φαινόμενο φαίνεται να είναι πλέον μόνιμο, στην περίπτωση αυτή γίνεται λόγος για διάβρωση της ακτής. Η άμμος η οποία αφαιρείται από μία παραλία, τόσο στην περίπτωση ενός κυκλικού φαινομένου, όσο και στην μόνιμη περίπτωση της διάβρωσης, δεν μεταφέρεται σε πολύ βαθιά νερά αλλά εναποτίθεται στον πυθμένα της θάλασσας σε απόσταση μέχρι βάθος επτά έως οκτώ μέτρων. Εάν η ποσότητα της άμμου είναι μεγάλη, δημιουργούνται συχνά επιμήκεις υποβρύχιοι αμμόλοφοι (sandbars) με αποτέλεσμα την μείωση του βάθους της θάλασσας σε απομακρυσμένα σημεία από την ακτή.
Η διάβρωση των ακτών είναι ένα υπάρχον πρόβλημα στον Ελληνικό χώρο. Τα στοιχεία τα οποία χρησιμοποιούνται για την εξαγωγή συμπερασμάτων για την πριν το 1947 εποχή είναι φωτογραφίες και μαρτυρίες. Από το έτος όμως αυτό και μετά υπάρχουν αεροφωτογραφίες οι οποίες δίνουν την δυνατότητα να πραγματοποιείται ένας αρκετά ακριβής υπολογισμός του μεγέθους της διάβρωσης. Η μεγαλύτερη μετρημένη διάβρωση των Ελληνικών ακτών έγινε από το 1947 μέχρι την δεκαετία του 1960 και οφείλεται σε δύο κυρίως αίτια. Το πρώτο σχετίζεται με την κατασκευή μεγάλων έργων διαχείρισης των υδάτων (φράγματα, άρδευση, κλπ) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα την μείωση του ρυθμού απόθεσης φερτών υλών στην θάλασσα και κατά συνέπεια την διατάραξη της ισορροπίας μεταξύ απομακρυνόμενης και εναποτιθέμενης άμμου στις παράκτιες περιοχές. Σε αυτό το αίτιο πρέπει να προστεθούν και οι αμμοληψίες που έχουν γίνει και εξακολουθούν να γίνονται και ευθύνονται για την απομάκρυνση μεγάλων ποσοτήτων άμμου από τον πυθμένα των θαλασσών. Το δεύτερο αίτιο σχετίζεται με την κατασκευή έργων στις παραλίες, περισσότερο τοιχίων αντιστήριξης δρόμων, κατοικιών, κλπ. Οι κάθετες επιφάνειες των τοιχίων δεν έχουν την δυνατότητα να απορροφήσουν την ενέργεια των κυμάτων που προσκρούουν σε αυτά με αποτέλεσμα τα κύματα να αντανακλώνται και με την ίδια ορμή να κινούνται προς την θάλασσα παρασύροντας σημαντικές ποσότητες άμμου. Τα κύματα ισχυρών καταιγίδων προσκρούουν ακόμη και σε σχετικά απομακρυσμένα από το σύνηθες όριο της θάλασσας τοιχία με αποτέλεσμα την σημαντική απώλεια άμμου. Τα παραπάνω αίτια διάβρωσης των Ελληνικών ακτών εξακολουθούν να υφίστανται, σε αυτά όμως πρέπει να προστεθεί και ένα τρίτο το οποίο αποκτά μεγάλη σημασία κατά τις τελευταίες δεκαετίες, είναι η κλιματική αλλαγή. Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας δεν φαίνεται να έχει σημαντική επίδραση στην διάβρωση των παραλιών, η αλλαγή όμως των χαρακτηριστικών των καταιγίδων, όπως η ένταση, η συχνότητα, η εποχή και η διεύθυνση των κυμάτων σε σχέση με την ακτή παίζουν σημαντικό ρόλο.
Οι ενέργειες που μπορούν να γίνουν για την αποκατάσταση μίας διαβρωμένης ακτής είναι τρεις. Ως η πλέον ορθή ενέργεια θεωρείται η παροχή ελευθερίας στην φύση για να ισορροπήσει ξανά και να δημιουργήσει εκ νέου την παραλία από μόνη της. Για την επίτευξη του παραπάνω απαιτείται η παραθαλάσσια περιοχή να απελευθερωθεί από κάθε είδους υφιστάμενες ανθρώπινες κατασκευές. Σε οικολογικά ανεπτυγμένες χώρες το κράτος αγοράζει παραθαλάσσιες ιδιοκτησίες και κατεδαφίζει τις υπάρχουσες κατασκευές δίνοντας την δυνατότητα στην θάλασσα να διαμορφώσει ένα καινούργιο τοπίο. Η δεύτερη ενέργεια σχετίζεται με την κατασκευή εντός της θάλασσας κάθετων ή παράλληλων προς την ακτή πέτρινων ή τσιμεντένιων βραχιόνων ανάλογα με την διεύθυνση των κυμάτων και των ρευμάτων. Οι κατασκευές αυτές βοηθούν στην συγκράτηση της άμμου, σημαντικό όμως μειονέκτημα αποτελεί η οπτική μόλυνση που προκαλούν. Τελευταίες πάντως τεχνικές επιτρέπουν οι κατασκευές αυτές να γίνονται υποθαλάσσια φθάνοντας σε συγκεκριμένο βάθος από την επιφάνεια της θάλασσας ώστε να μην είναι ορατές. Η τρίτη ενέργεια προς αποκατάσταση μίας διαβρωμένης παραλίας είναι η τοποθέτηση ποσοτήτων άμμου μεγαλύτερης διαμέτρου κόκκου από την υφιστάμενη ώστε να μην μετακινείται εύκολα από τα κύματα. Η άμμος καλό είναι να προέρχεται από πετρώματα της περιοχής ώστε να εναρμονίζεται με το περιβάλλον, η τεχνική αυτή θεωρείται πολύ αποτελεσματική. Αντίθετα η άντληση της άμμου που τα κύματα έχουν μεταφέρει στον πυθμένα της θάλασσας και η εναπόθεση της στην παραλία δεν πρέπει ποτέ να γίνεται καθώς όχι μόνο είναι σίγουρο ότι με την πρώτη κακοκαιρία η άμμος αυτή θα μεταφερθεί και πάλι στον πυθμένα, αλλά και μία λανθασμένη τεχνική αμμοληψίας μπορεί να επιτείνει το φαινόμενο της διάβρωσης.
Από την παραπάνω ανάλυση προκύπτει ότι υπάρχουν ενδείξεις διάβρωσης κάποιων παραλιών των Επτανήσων, δεν υπάρχει όμως σαφής επιστημονική τεκμηρίωση που να στηρίζει την ύπαρξη και το μέγεθος του φαινομένου, όπως και των αιτίων που το προκαλούν. Καθώς οι παραλίες αποτελούν ένα μεγάλο κεφάλαιο για την χώρα μας, τόσο σε επίπεδο περιβάλλοντος, όσο και οικονομίας θεωρείται ότι δεν πρέπει να μείνουμε αδρανείς. Προτείνεται, σε πρώτο στάδιο, να ανατεθεί στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών μελέτη για την επιστημονική τεκμηρίωση του φαινομένου της διάβρωσης των Επτανησιακών παραλιών και τον προσδιορισμό των αιτίων. Εάν από την μελέτη αυτή διαπιστωθεί ότι κάποιες παραλίες υφίστανται διάβρωση θα πρέπει σε ένα δεύτερο στάδιο το Κέντρο να προτείνει τις πρέπουσες ενέργειες για την παύση/ αναστροφή του φαινομένου. Η πολιτεία ακολούθως θα πρέπει να προβεί στις απαραίτητες νομοθετικές ρυθμίσεις και η περιφέρεια, οι δήμοι και οι αρμόδιοι φορείς να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση και να υλοποιήσουν τα σχετικά έργα αποκατάστασης.
Γιάννης Βραδής
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Purdue, ΗΠΑ
Στέλεχος της ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ
11:01:23
2016-02-02