Νατάσα Κάμπους «3096 μέρες-η δύναμη της ανθρώπινης ψυχής»
Πέντε χρόνια µετά τη δραπέτευσή της, η Νατάσα Κάµπους προσπαθεί ακόµη να βρει το βάδισµά της στη σύγχρονη κοινωνία. Μια κοπέλα που της έκλεψαν την εφηβεία βγαίνει ξαφνικά στην κοινωνία, χωρίς στηρίγµατα. Πώς αντιµετωπίζει τους άλλους ανθρώπους, την οικογένειά της; Μπορεί άραγε να ερωτευθεί; Μπορεί να ζήσει φυσιολογικά όταν τη βλέπουν ως «περίεργο φαινόµενο»; Πώς βλέπει σήµερα τον απαγωγέα της; Πώς θα αντιµετώπιζε σήµερα ένα τέτοιο περιστατικό µε θύµα µιαν άλλη κοπέλα σήµερα; Σε αυτά τα ερωτήµατα απάντησε, µιλώντας αποκλειστικά στο «Βήµα».
– Κυρία Κάμπους, διαβάζοντας το συγκλονιστικό βιβλίο σας αναρωτιέμαι πόσο κανονική είναι η ζωή σας σήμερα...
«Κάθε µέρα κάνω ένα βήµα προς την κανονικότητα. Αλλά, πιστέψτε µε, δεν είναι εύκολο, αν έπρεπε να ήσουν αποκλεισµένη από την κοινωνία στη διάρκεια της εφηβείας σου. ∆εν έχεις φίλους, καµία επαγγελµατική εκπαίδευση και τις φυσικές επιδεξιότητες πρέπει να τις µάθεις µόνη σου. Παρ’ όλα αυτά νιώθω σχετικά άνετα στη νέα µου ζωή».
– Αισθάνεστε ένα δημόσιο πρόσωπο φυλακισμένο σε μια εικόνα που έχουν δημιουργήσει άλλοι για σας ή είστε πλήρως απελευθερωμένη απ’ ό,τι συνέβη;
«Υπάρχουν δύο Νατάσες. Η πραγµατική, που είµαι εγώ, και η “µυθοποιηµένη”, δηµιουργηµένη από τα media και την κοινή γνώµη. Ευτυχώς, χάρη στο βιβλίο µου, ήρθαν πιο κοντά η µία στην άλλη. Αλλά όλο το προηγούµενο διάστηµα παρέµενα έκπληκτη και εγώ σχετικά µε το ποια είµαι και τι κάνω». – Οι σχέσεις σας με την οικογένειά σας είναι αποκατεστημένες;
«Στην πραγµατικότητα ποτέ δεν ήταν κακές. Αλλά η σχέση µας διεκόπη για 3.096 ηµέρες. Ηταν ένα µεγάλο διάστηµα για ένα νέο κορίτσι. Για σκεφτείτε να χωριστείτε από την οικογένειά σας για τη µισή σχεδόν ως σήµερα ζωή σας. ∆εν µπορείς να γυρίσεις εύκολα την επόµενη ηµέρα σε µια καθηµερινότητα. Εχεις αλλάξει, έχουν και αυτοί αλλάξει. Χρειαζόµαστε χρόνο να βρούµε τη φόρµα της συνεννόησης µεταξύ µας».
– Πιστεύετε ότι μπορείτε να δημιουργήσετε μια νέα ζωή, να ερωτευθείτε, να κάνετε παιδιά;
«Μερικά πράγµατα έχουν ήδη αλλάξει προς το καλύτερο. Αλλά θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να είµαι έτοιµη να εµπιστευτώ ανεπιφύλακτα κάποιον, κάτι που συµπεριλαµβάνει και τον έρωτα». – Τι είναι αυτό που ακόμη δεν μπορείτε να ξεπεράσετε από την οκτάχρονη αιχμαλωσία σας;
«Ελπίζω ότι ο χρόνος θα επουλώσει όλα τα συναισθηµατικά τραύµατα. Μερικά από αυτά έχουν ήδη περάσει στη λησµονιά. Η εµπιστοσύνη και ορισµένες φυσικές κοινωνικές δεξιότητες φαίνεται ακόµη δύσκολο να επανέλθουν».
– Σας κατηγόρησαν ότι είστε επιεικής απέναντι στον απαγωγέα σας. Θα είχατε την ίδια στάση αν αυτό συνέβαινε στο δικό σας παιδί;
«Ο φόβος και το µίσος είναι από τις ισχυρότερες απειλές της ανθρώπινης ζωής. Οσο πιο απελπιστική φαίνεται η κατάσταση στην οποία έχεις εµπλακεί, τόσο πιο σηµαντικό είναι να µη σκλαβωθείς από αυτήν. Ετσι λοιπόν, αν κάποιος µε κατηγορήσει ότι έδειξα κατανόηση απέναντι στον απαγωγέα µου, το µόνο που µπορώ να του πω είναι: “Είσαι τυχερός που ποτέ δεν είχες την εµπειρία να ζήσεις ένα πραγµατικά τραγικό κεφάλαιο στη ζωή σου”. Αλλά φυσικά θα ήµουν εξαγριωµένη απέναντι σε κάποιον που θα µεταχειριζόταν άσχηµα ένα αγαπηµένο µου πρόσωπο».
Μια σύγχρονη «Αλίκη στη Χώρα των Θαυµάτων»
Η Νατάσα Κάμπους ήταν μια σύγχρονη «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων». Οπως η Αλίκη μπήκε στη φωλιά του κούνελου και προτού προλάβει να σκεφτεί άρχισε να πέφτει σε ένα πολύ βαθύ πηγάδι για να ανακαλύψει έναν καινούργιο, εφιαλτικό κόσμο, έτσι και η Νατάσα Κάμπους, όταν απήχθη το 1998, δέκα χρονών παιδί, από έναν ψυχοπαθή άνδρα, βρέθηκε σε ένα υπόγειο – και σε έναν άλλον κόσμο – για 3.096 μέρες. Υστερα από οκτώ χρόνια, το 2006, κατάφερε να αποδράσει και να παρουσιαστεί στην Αστυνομία. Οι περισσότεροι είχαν ξεχάσει την υπόθεσή της. Τα ΜΜΕ έπεσαν αδηφάγα στη φρέσκια λεία, αλλά αυτή κατάφερε να τιθασεύσει την περιέργεια του κοινού, να ξεπεράσει το σοκ, να οργανώσει για πρώτη φορά μόνη της τη ζωή της. Και με το βιβλίο της να δώσει εξηγήσεις, να περιγράψει την πάλη με τον βασανιστή αλλά και με την ίδια την ψυχή της.
Στην αυτοβιογραφία της με τίτλο €3.096 μέρες η Νατάσα Κάμπους αναφέρει στα αρχικά κεφάλαια τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής της με την οικογένειά της. Ηταν ένα παχύ, φοβισμένο παιδί, το οποίο οι γονείς του ελάχιστα καταλάβαιναν. Η λεκτική βία εναντίον της ήταν καθημερινή. Οταν τελικά οι γονείς της χώρισαν, η ίδια είχε γίνει ένα ανασφαλές και κλεισμένο στον εαυτό του πλάσμα, που δεν του άρεσε η ζωή του και διαμαρτυρόταν γι’ αυτήν με διάφορους τρόπους. Πίστευε ότι από τους μεγάλους δεν μπορούσε να περιμένει καμία βοήθεια. Είχε αποφασίσει ότι όταν θα γινόταν 18 ετών θα άφηνε το σπίτι της, θα έπιανε δουλειά και θα οργάνωνε αλλιώς τη ζωή της. Τα σχέδιά της έμελλε να τα πραγματώσει, πράγματι στα 18. Μόνο που, προηγουμένως, θα ζούσε οκτώ τραυματικά χρόνια.
Στα επόμενα κεφάλαια η Νατάσα Κάμπους περιγράφει τη ζωή της στο υπόγειο του σπιτιού του απαγωγέα της, Βόλφγκανγκ Πρικλόπιλ: ένα δωμάτιο δύο τετραγωνικών, οχυρωμένο πίσω από μια βαριά μπετονένια πόρτα που έκλεινε τον δρόμο προς τον επάνω κόσμο. Σε αυτό το κελί μεγάλωσε η Νατάσα, έμαθε να διαβάζει, μπήκε στην εφηβεία, έμαθε να αυτοελέγχεται. Ο απαγωγέας της την έδερνε, την ταπείνωνε, την εξευτέλιζε.
Κάποιες φορές την καλόπιανε, της έκανε χάρες.
Η Νατάσα έμαθε να πειθαρχεί τον εαυτό της και μεγαλώνοντας έμαθε να αντιδρά. Αλλοτε υποχωρούσε και άλλοτε επαναστατούσε. Ανοιξε στην πράξη έναν διάλογο με τον απαγωγέα της. Αυτό της επέτρεψε, ως έναν βαθμό, να ελέγχει τις αντιδράσεις του και να κάνει τη φυλάκισή της πιο υποφερτή. Εκείνος την καλόπιανε όταν αισθανόταν ότι υπήρχε μεταξύ τους ψυχική επαφή. Στο υπόγειο προχώρησε τις σπουδές της – όταν απήχθη βρισκόταν ακόμη στις πρώτες τάξεις του uni0394ημοτικού. Είδε επιμορφωτικά ντοκυμαντέρ, μελέτησε Μαθηματικά, διάβασε κλασικούς συγγραφείς, ενώ παράλληλα μαγείρευε, σκούπιζε, έκανε πρακτικές εργασίες. Τελικά έμαθε να επιβιώνει.
Αν μένει κάτι από αυτό το βιβλίο, είναι η θέληση της Κάμπους να κερδίσει τη ζωή της, να προστατεύσει την προσωπικότητά της και, σαν τους παλιούς αριστερούς φυλακισμένους, να χρησιμοποιήσει τον χρόνο της για να μάθει, να οργανώσει την έτσι κι αλλιώς περιορισμένη ζωή της, να αναπτυχθεί σωστά, να ξεπεράσει τους φόβους της και να οχυρωθεί πνευματικά και ψυχικά για να αντιμετωπίζει κάθε στιγμή τον βασανιστή της. Κατάλαβε ότι ο απαγωγέας της, μια διαταραγμένη ψυχή, είχε κάποιες φωτεινές στιγμές, κάποιες ρωγμές, μέσα από τις οποίες κατάφερε να διεισδύσει και κατά κάποιον τρόπο να συνομιλήσει μαζί του – όχι πάντα χωρίς κόστος.
Αυτές είναι και οι πιο δυνατές στιγμές του βιβλίου. Η στάση του βασανιστή της αλλάζει στη διάρκεια των χρόνων καθώς η Νατάσα Κάμπους μεγαλώνει και ο ίδιος αρχίζει να εξαρτάται ολοένα περισσότερο από αυτήν. Κατά βάθος ήταν ένας άνθρωπος που του έλειπαν η συντροφιά, η οικογένεια, η θαλπωρή. Μόνο που δεν μπορούσε να τα διεκδικήσει με φυσιολογικό τρόπο, παρά μόνο μέσα από την έγκλειστη Νατάσα. Η αυτοκτονία του, όταν έμαθε ότι η Νατάσα Κάμπους δραπέτευσε, ήταν το φυσιολογικό τέλος μιας αφύσικης ζωής.
Κατανόηση για τον βασανιστή της
Ακόμη και μήνες μετά την απελευθέρωση της Νατάσα Κάμπους τα ΜΜΕ δεν της συγχωρούσαν το γεγονός ότι δεν καταδίκαζε τον απαγωγέα της _ κάτι που, όπως λέει η ίδια, απαιτούσε η κοινή γνώμη: «uni0394εν ήθελε να ακούσει κανείς από μένα ότι δεν υπάρχει απόλυτο Κακό, ότι δεν υπάρχει καθαρό μαύρο και άσπρο. Σίγουρα, ο δράστης μού είχε κλέψει την παιδική μου ηλικία, με είχε φυλακίσει και βασανίσει _ αλλά, παρ’ όλα αυτά τα κρίσιμα χρόνια ανάμεσα στα έντεκα και στα δεκαοχτώ μου, ήταν το μοναδικό πρόσωπο αναφοράς μου. Μέσω της απόδρασής μου δεν είχα μόνο απελευθερωθεί από τον βασανιστή μου, είχα χάσει και έναν άνθρωπο ο οποίος αναγκαστικά ήταν πολύ κοντά μου.
Αλλά το πένθος, ακόμη και αν δύσκολα μπορεί να γίνει κατανοητό, δεν μου επετράπη».
Η Νατάσα Κάμπους απέρριπτε το λεγόμενο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης», σύμφωνα με το οποίο τα θύματα μιας απαγωγής αναπτύσσουν μια συναισθηματική σχέση με τους απαγωγείς τους, ένα ψυχολογικό σύμπτωμα όπου το θύμα συμπονά τον δράστη και έτσι γίνεται για δεύτερη φορά θύμα. Η ίδια πιστεύει ότι η κοινωνία χρειάζεται να χαρακτηρίζει κάποιον ως το απόλυτο Κακό, έτσι ώστε να νιώθει ότι όλοι οι άλλοι είναι από την καλή πλευρά.
πηγή: εφημερίδα το Βήμα, έντυπη έκδοση
2011-06-07