Ασφαλιστικό

 

Ασφαλιστικό

Του Παν. Α. Ροντογιάνη

Όλοι σκέφτονται

Ο υπουργός

οργισμένος.

-Υπήκοέ μου μην ελπίζεις ότι σύνταξη θα φας

σύμφωνα με τας γραφάς.

Ρε ποιος σου είπε κάποτε να πας και να σπουδάσεις

και ποιος σε υποχρέωσε μετά δουλειά να πιάσεις;

Τόση ανεργία είχαμε, δε κάθοσουν στ`αυγά σου

και να κοιτάς ολημερίς τα νυχοπόδαρά σου,

παρά επήγες κι έφτιαχνες ντουλάπια ή παπλώματα

κι έρχεσαι τώρα και ζητάς λεφτά και δικαιώματα;

Ήπιος και με παράπονο.

Σκληρός ο χρόνος κι άπονος πολύ γοργά περνάει

γεράζει κάθε άνθρωπος και σύνταξη ζητάει.

Γιατί επήγα κι έγινα κι εγώ οικονομολόγος

και δε γινόμουνα γιατρός καλός γεροντολόγος

με πελατεία σίγουρη και εξασφαλισμένη

που δεν στοιχίζει και πολύ, γριούλα αν πεθαίνει;

Όποιο νόμο και να φκιάσω

όσο και να λογαριάσω

κι αν προσθέσω κι αφαιρέσω

μα ποτέ δε θα μπορέσω

νάβρω ισολογισμό

στο σημερινό χαμό.

Το ταμείο θάναι μείον

κι όλοι θάναι εναντίον.


Στις αρθρώσεις έχω πόνο,

που όλο ράβω και ξηλώνω,

συνεχώς μπαλώνω κι όμως

ένα τέρας βγαίνει ο νόμος.

Ποιους θα φάει, ποιους θα πνίξει

μόνο ο χρόνος θα το δείξει.


Ο δεκαοχτάχρονος

Αν σπουδάσω κι αν δουλέψω

κι αν πληρώσω εισφορά

ποιος μου λέει πως θα δρέψω

τους καρπούς μου τελικά;

Ήθελα να`χα ένα γονιό με κινητά κι ακίνητα

στο μήνα πέντε γκόμενες ν`αλλάζω κι αυτοκίνητα.


Ο τριαντάχρονος

Κάθομαι και λογαριάζω

πόση σύνταξη θα πάρω

και το πόρισμά μου βγάζω:

Δε θα φτάνει για τσιγάρο.


Ο εξηντάχρονος

Χρόνια άνεργος και σκέφτομαι που αν σύνταξη θα πάρω,

θα έρθει, μα  από πίσω της θα έχει το κυρ Χάρο..


Ένας  συνταξιούχος

Εγώ έλεγα Κατρούγκαλε πως έτρεχες για μένα

μα εσύ να κόψεις  έτρεχες τα εννιά φορές κομμένα.

Αν ήξερες, με γέλασες.Δε ξέρεις;Πάνε ρώτα.

Μα οι μικροί και άσχετοι χτυπάν από τα νώτα.


Ο ογδοντάχρονος αγρότης

Σαράντα χρόνια δούλεψα και δύο στρατιώτης

και τώρα πια κατάλαβα:Τα πάντα ματαιότης.

Επρόκαμα και μου`δωσαν μια σύνταξη μικρή,

την έκοψαν και μελετάν πως κι άλλο θα κοπεί.

Ήθελα να`μουν  στον καιρό που είχα αρραβωνιάρα,

κλεισμένοι μέσα  να`μαστε και έξω να`χει αντάρα,

τότες που είχα πρόβατα και γίδια και μαντρί

κι ας πάν`όλοι στο διάολο  συντάξεις κι υπουργοί.


Ο εννενηντάχρονος

Ένα μονάχα σκέφτομαι ετούτη τη στιγμή:

Να ήμουν ογδοντάχρονος κι ας μην είχα δραχμή.

11:20:44

2016-01-14