Φθινόπωρο

Του Πάνου Αν. Ροντογιάννη

Φθινόπωρο

 

Γοργά κυλούσε φλογερό στις φλέβες μας το αίμα,

το βλέμμα μας καρφώναμε σε πέλαα κι ουρανούς

κι άγρια λαχτάρα έπαιρνε καρδιά, ψυχή και πνεύμα,

για μακρινούς ορίζοντες και άγνωρους γιαλούς.

 

Μα εκεί που καρτερούσαμε  με τα φτερά ανοιγμένα

στης άνοιξης τον ξάστερο να βγούμε ουρανό,

είδαμε εμπρός σύννεφα με χιόνια φορτωμένα,

είδαμε ο ήλιος να μη καίει το σώμα μας γυμνό.

 

Κι ενώ ανθοί προσμέναμε το  δρόμο μας να ραίνουν,

να τους σκεπάζουν βρήκαμε τα φύλλα τα χλωμά,

στους κρόταφους ενοιώσαμε τα χιόνια να βαραίνουν

και για ταξίδια η καρδιά καινούργια δεν τολμά.

 

Στα μέτωπα βασίλισσες θρονιάστηκαν ρυτίδες,

στους μακρινούς ορίζοντες δε φτάνει πια η ματιά,

ξερόφυλλα στο δρόμο μας επέσαν οι ελπίδες

και στάχτες μας εφόρτωσε η πρώτη μας φωτιά.

 

Μα τι έγινε η άνοιξη; Το καλοκαίρι πού`ναι;

Αλήθεια λέει το μήνυμα πως τα`χουμε διαβεί

χωρίς ανθούς, μέρες λαμπρές τα μάτια μας να δούνε;

Και στο γλυκό τους πέρασμα εμείναμε βουβοί;

 

Αλί! Χάθηκε η άνοιξη στης προσμονής το χρόνο

κι ήτανε ψέμα η χαρά καλοκαιριού ξανθού.

Η μόνη αλήθεια της ζωής ήτανε μες τον πόνο,

που έχυνε στα στήθια μας, το τέλος κάθε ανθού.

 

Πρόλαβε το φθινόπωρο και τώρα πια τι μένει;

Πουλί ήταν και δε λάλησε στους κήπους η ψυχή

και μες την κρύα της κάμαρα η καρδιά η βασανισμένη,

νοιώθει σκληρή να έρχεται του Γεναριού η βροχή.

 

18:54:40

2015-10-20