lefkada-news

Νέα γρίπη και εποχική γρίπη

Ο ιός ΑΗ1Ν1 είναι ένας καινούριος ιός γρίπης που συνδυάζει γονίδια γρίπης χοίρων, γρίπης πτηνών και ανθρώπινης γρίπης.

Οι ιοί της κοινής εποχικής γρίπης μεταλλάσσονται από έτος σε έτος. Αυτός είναι και ο λόγος που τα εμβόλια που χρησιμοποιούμε για την πρόληψη της κοινής γρίπης διαφοροποιούνται από έτος σε έτος και επαναλαμβάνονται. Είναι άγνωστο εάν το σημερινό στέλεχος ΑΗ1Ν1 εξαφανιστεί, διαφοροποιηθεί στο μέλλον λόγω μετάλλαξης και αλλάξει χαρακτηριστικά. Γι αυτό σήμερα το τρέχον στέλεχος της νέας γρίπης αποκαλείται ορθώς ΑΗ1Ν1 2009. Για λόγους συντομίας και μόνο αναφέρεται ως Η1Ν1. Αρκετές μελέτες που αφορούν τη συμπεριφορά του βρίσκονται σε εξέλιξη. Τα μέχρι τώρα δεδομένα που έχουμε ωστόσο μας αποκαλύπτουν σημαντικές διαφορές και ομοιότητες μεταξύ της νέας γρίπης και της κοινής εποχιακής γρίπης.

Οι πιο σοβαρές επιδημικές εξάρσεις στην περίπτωση της κοινής εποχικής γρίπης προκαλούνται από ιούς γρίπης Α. Οι επιδημίες αρχίζουν απότομα, κορυφώνονται σε διάστημα 2-3 εβδομάδων, διαρκούν 2-3 μήνες και υποχωρούν εξίσου γρήγορα όπως άρχισαν. Οι επιδημίες γρίπης εμφανίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην Ελλάδα κατά τη χειμερινή περίοδο, σε αντίθεση με τις τροπικές περιοχές, όπου παρατηρείται έξαρση όλο τον χρόνο. Ο ΑΗ1Ν1 2009 ωστόσο παραμένει ενεργός ακόμη και το καλοκαίρι σε αντίθεση με την εποχική γρίπη.

Ο τρόπος μετάδοσης είναι κοινός, με ενοφθαλμισμό του ιού στο αναπνευστικό σύστημα, με το βήχα, το φτέρνισμα, την ομιλία, αλλά και με μολυσμένα αντικείμενα. Με τα μέχρι τώρα επιστημονικά δεδομένα ο ασθενής με νέα γρίπη είναι μολυσματικός μία μέρα πριν αναπτύξει συμπτώματα έως επτά ημέρες μετά την εκδήλωση συμπτωμάτων. Τα παιδιά και ορισμένοι ασθενείς μπορεί να είναι μολυσματικοί και να μεταδίδουν τη νόσο για περισσότερο χρονικό διάστημα. Έχουν εντοπιστεί περιπτώσεις που μεταδίδουν τον ιό επί πάνω από είκοσι ημέρες. Για το διάστημα αυτό ο ασθενής πρέπει να απομονώνεται. Η εποχική γρίπη από τα τυπικά στελέχη έχει βραχύτερο χρονικό διάστημα μεταδοτικότητας, μία ημέρα πριν αναπτύξει συμπτώματα και έως πέντε ημέρες μετά την εκδήλωση συμπτωμάτων.

Τα συμπτώματα είναι παρόμοια και περιλαμβάνουν αιφνίδια έναρξη πυρετού, πόνους στους μύες, πονοκέφαλο, βήχα, πρήξιμο αδένων, ρίγη, αίσθημα κακουχίας. Παρά ταύτα, το φάσμα των κλινικών εκδηλώσεων είναι ευρύ και κυμαίνεται από ελαφρά απύρετη αναπνευστική νόσο όπως το κοινό κρυολόγημα έως τη σοβαρή εξάντληση. Ορισμένοι ασθενείς με γρίπη των χοίρων εμφανίζουν επίσης διάρροια ή εμετό. Σε περίπτωση χρονίως πασχόντων η νόσος μπορεί να έχει άτυπες εκδηλώσεις. Στις επιπλοκές συγκαταλέγονται η ωτίτιδα, παραρρινοκολπίτιδα, μηνιγγίτιδα, πνευμονία, καρδιακή ανεπάρκεια, μυοκαρδίτιδα, περικαρδίτιδα, επιδείνωση χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας ή άσθματος, ραβδομυόλυση, νεφρική ανεπάρκεια, θάνατος.

Οι πιο σοβαρές διαφοροποιήσεις αφορούν θέματα επιπλοκών και θανατηφόρας έκβασης. Η σοβαρότητα της εποχικής γρίπης ποικίλλει από έτος σε έτος λόγω των αλλαγών που πραγματοποιεί ο ιός από χρόνο σε χρόνο. Η εποχική γρίπη προκαλεί αρκετούς θανάτους κάθε χρόνο. Σύμφωνα με μελέτες το 2% των ατόμων που προσβάλλονται θα κινδυνεύσουν σοβαρά από τα τυπικά στελέχη. Ομάδες υψηλού κινδύνου για δυσμενή έκβαση είναι τα παιδιά κάτω των πέντε ετών, οι έγκυες, οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με ορισμένα χρόνια νοσήματα που προκαλούν μείωση της αμυντικής ικανότητας όπως είναι οι διαβητικοί, οι καρδιοπαθείς, οι καπνιστές, τα άτομα με αναπνευστικά υποκείμενα νοσήματα, οι νεφροπαθείς, τα άτομα με ορισμένα νευρολογικά νοσήματα, οι άνθρωποι με ανεπάρκειες του ανοσοποιητικού.

Παρά το γεγονός ότι οι ευπαθείς ομάδες με χρόνια νοσήματα στην περίπτωση του ΑΗ1Ν12009 είναι ίδιες, υπάρχουν σημαντικές διαφορές. Σύμφωνα με μελέτες οι υγιείς παρουσιάζουν αυξημένη επίπτωση σοβαρών επιπλοκών συγκριτικά με την τυπική εποχική γρίπη στην οποία πάνω από το 90% των θανάτων αφορά άτομα άνω των 64 ετών. Αυτό σημαίνει ότι υγιείς ηλικιωμένοι παρουσιάζουν αυξημένη αναλογικώς, αντίσταση στον Η1Ν1 πιθανώς λόγω της παρουσίας αντισωμάτων από παλαιές νοσήσεις από παρεμφερείς ιούς. Επίσης μελέτες έχουν αναδείξει αυξημένη πιθανότητα επικίνδυνων επιπλοκών σε παχύσαρκους ασθενείς και έγκυες.

iatronet.gr

>