Ζει ο Αλέξανδρος;
«-Ζει ο Αλέξανδρος;» Όταν διαβάσαμε το προς απάντηση, αν και ρητορικό περισσότερο, ερώτημα στην καλαίσθητη αφίσα των εκδηλώσεων του διημέρου που διοργάνωσε το περασμένο Σαββατοκύριακο, για μια ακόμη φορά με μεγάλη επιτυχία, ο σύλλογος Φίλων Αλεξάνδρου «Φηγός», μας ήρθε προσωπικά στο νου ο θρύλος με την γοργόνα. Όπως έφτασε στη γενιά τη δικιά μας μέσα από την ανάγνωση κάποιου σχολικού εγχειριδίου, δεν θυμάμαι τώρα ποιας τάξης. Το συνδυάσαμε ανεπαίσθητα με την ερώτηση που κάνει στους ναυτικούς, η αδελφή του Μεγαλέξανδρου, όπως μας τα περιγράφει με εξαιρετική λογοτεχνική ζωντάνια ο Ανδρέας Καρκαβίτσας.
«-Ζει και βασιλεύει…», αυτή θα έπρεπε να είναι η σωστή απάντηση του κάθε καραβοκύρη στην ερώτηση «της χιλιόμορφη κόρης», για να εξευμενιστεί ένα ιχθυόμορφο τέρας, η αδελφή του Μεγαλέξανδρου. Διαφορετικά κούνια που τους κούναγε τους άμοιρους τους ναυτικούς.
«-Ζει ο Αλέξανδρος;» Στο ερώτημα αυτό καλούνταν να απαντήσει το διήμερο προβληματισμού και διαλόγου του συλλόγου «Φηγός», με θέμα τη βιωσιμότητα των μικρών οικισμών της ορεινής Λευκάδας. Στην προκειμένη δηλαδή περίπτωση ο Αλέξανδρος δεν έχει καμιά σχέση με βασιλιάδες και δη τον Μεγαλέξανδρο, αν και πολύ δύσκολα να πείθονταν έτσι εύκολα, όσο ζούσε, ο μέχρι πριν λίγα χρόνια ακοίμητος φρουρός ενός εκ των οικισμών της περιοχής, ο αείμνηστος Παναγιώτης Μ. Ο Αλέξανδρος είναι μια περιοχή με δυο-τρεις παραδοσιακούς οικισμούς στο ανατολικό όριο του λεκανοπεδίου της κεντρικής Λευκάδας. Το ερώτημα, που έμπαινε για προβληματισμό, αφορά κατ΄ επέκταση όλους τους ορεινούς και ημιορεινούς οικισμούς του νησιού, και όχι μόνο, ιδιαίτερα δε εκείνους που είχαν διέξοδο προς τη θάλασσα και εγκαταλείφθηκαν, εδώ και κάμποσες δεκαετίες, μαζικά από τους κατοίκους τους.
«- Ζει και ζώνεται…», ήταν, παραμονές του διημέρου, η σκωπτική απάντηση κάποιου εκ των κατοίκων του όμορου οικισμού της Νικιάνας, ενός οικισμού -ο Θεός να τον κάνει- 5-6 χιλιομέτρων μακρυνάρι, του οικισμού εκείνου που επέλεξε, για τη μετεγκατάστασή της, η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων των ορεινών οικισμών, όπως είπε σε κάποια παρέμβασή του, ο Θεολόγος Δ., μέλος του ΔΣ του συλλόγου. «- Κλ…. ο πεθαμένος;», απάντησε κάποιος άλλος, χρησιμοποιώντας τη γνωστή απαξιωτική παροιμιώδη φράση, για να χαρακτηρίσει, μια τετελεσμένη κατά την άποψή του κατάσταση, να προδικάσει ως ανέλπιδα την κάθε προσπάθεια. «- Αν ζούσε ο Αλέξανδρος θα ήταν πεθαμένη η Νικιάνα», απάντησε πάλι συμπερασματικά ένας τρίτος, βάζοντας με τη σειρά του τη «ληξιαρχική» σφραγίδα σε μια, κατά την άποψή του, τελεσίδικη πράξη θανάτου.
«-Ζει ο Αλέξανδρος;» Το ερώτημα αυτό το θέσαμε και στον εαυτό μας. Δεν βασανιστήκαμε πολύ για να δώσουμε μια απάντηση. Την απάντηση ότι ο Αλέξανδρος ζει! Μπορεί να μην βασιλεύει πια, οι όποιας κλίμακας «βασιλεύουσες» έρχονται και παρέρχονται εξάλλου, «τα πάντα ρει» μας διδάσκει ο παππούς της υλιστικής φιλοσοφίας, όμως ζει. Για πόσο ακόμη; Εξαρτάται…
Ο Αλέξανδρος ζει και θα ζει όσο θα υπάρχει ακόμη, η γενιά των πατεράδων μας, όσοι έχουν ακόμη απομείνει, όσο θα υπάρχει ακόμη η γενιά η δικιά μας, η τελευταία μάλλον γενιά που έζησε, πέρασε την εφηβεία της, αντρώθηκε στους άβολους και κακοτράχαλους μαχαλάδες των οικισμών του. Όσο υπάρχει ακόμη η γενιά όλων εκείνων των Αλεξανδριτών που έχουν άμεσα ή και έμμεσα ακόμη βιώματα και μνήμες από τους οικισμούς της περιοχής. Που έπαιξαν, μάτωσαν στα στενά κι όλο πέτρες καλντερίμια τους, όπου το κάθε σπίτι, η κάθε πέτρα, είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με αναμνήσεις των παιδικών και εφηβικών τους χρόνων. Όλων εκείνων των Αλεξανδριτών που είδαν τους πατεράδες τους και τους παππούδες τους να μοχθούν, να αντέχουν στις κακουχίες και τη σκληρή ζωή, να παράγουν όμως έναν αυθεντικό λαϊκό πολιτισμό, που έχει αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη του, παρόλο το πέρασμα του χρόνου.
Ορατά μέχρι σήμερα, σε όποιον έχει μάτια να δει, σε όποιον έχει αυτιά να ακούσει. Ενός πολιτισμού που ούτε κατά προσέγγιση μπορεί να παραχθεί σήμερα από τους σε μεγάλο βαθμό κατά κόρον αλλοτριωμένους από την «άρπα- κόλλα» τουριστική ανάπτυξη απογόνους, που πολλοί απ΄ αυτούς κινούνται στη λογική του όλα είναι εκποιήσιμα, που έχουν επαναπαυθεί στα εύκολα οφέλη μιας τουριστικής εκµετάλλευσης, με ημερομηνία λήξης, που βασίζεται στο κλασικό, αλλά ξεπερασμένο πια σήμερα, μοντέλο «ήλιος και θάλασσα».
Ο Αλέξανδρος ζει και θα ζει όσο θα υπάρχει ακόμη η γενιά εκείνη των Αλεξανδριτών που έχουν ακούσματα, αναμνήσεις από χρώματα και αρώματα μιας όχι και τόσο μακρινής εποχής, όταν οι οικισμοί έσφυζαν ακόμη από ζωή.
Όλων εκείνων των Αλεξανδριτών που είδαμε να στέκονται με ευλάβεια μπροστά στις παλιές φωτογραφίες της έκθεσης, που λειτούργησε κατά τη διάρκεια του διημέρου, σαν να στέκονταν μπροστά σε πατρογονικά εικονίσματα, αισθανόμενοι τις θύμισες να φουσκώνουν σαν ποτάμια, στην προσπάθειά τους να ξεκαθαρίσουν τα τοπία στο φόντο, «μα που έχει βγει η φωτογραφία;», να ξεδιαλύνουν παλιά και αγαπημένα πρόσωπα στις ξεθωριασμένες από την πολυκαιρία φωτογραφίες. Πόσο έχουν αλλάξει από τότε πρόσωπα και τόποι!
Ο Αλέξανδρος ζει και θα ζει, όσο υπάρχουν ακόμη οι όπου γης Αλεξανδρίτες που αισθάνονται περηφάνια για τη καταγωγή τους, μια περηφάνια που μεταφέρουν με αγάπη στις επόμενες γενιές, απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει η συνέχεια.
Ο Αλέξανδρος ζει και θα ζει, όσο θα υπάρχουν ακόμη άνθρωποι, ημεδαποί και αλλοδαποί, όλοι εκείνοι οι «παλαβοί», οι λίγοι όμως με σώας τας φρένας, που θα τον επιλέγουν συνειδητά, παραιτούμενοι από το μοντέρνο τρόπο ζωής των μεγαλουπόλεων και τις στρεβλωμένες καταναλωτικές ανάγκες και αρνούμενοι τον παραλογισμό του σημερινού μας πολιτισμού, ως μόνιμο ή προσωρινό τόπο κατοικίας τους. Σε μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης της σχέση τους με το φυσικό περιβάλλον, σεβόμενοι πάντα την ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου: ο Μάριος, ο Άρης, η Μπριγγίτε, ο Πέτρος, ο Αλεξάντερ κ.ά.
Ο Αλέξανδρος ζει και θα ζει, όσο θα υπάρχουν ακόμη άνθρωποι, που αρνούμενοι το εύκολο και σίγουρο, μέχρι πρότινος, κέρδος, προτίμησαν να επενδύσουν σε μια λογική που βλέπει τα ξενοδοχεία ως ξενώνες και τους τουρίστες ως επισκέπτες: ο Νίκος, ο Θεολόγος.
Ο Αλέξανδρος ζει και θα ζει όσο θα υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που θα επιστρέφουν στον τόπο αυτό, όποτε οι περιστάσεις τους το επιτρέπουν, ευλαβικοί προσκυνητές: ο Μανώλης, ο Στέλιος, ο Θόδωρος και άλλοι.
Ο Αλέξανδρος ζει και θα ζει, αυτό συμπεράναμε για μια ακόμη φορά, με την ευκαιρία του διημέρου. Η σκυτάλη έχει παραδοθεί σε καλά χέρια, το νήμα μπορεί να ζορίστηκε σε δύσκολους καιρούς, άντεξε όμως τελικά στη φθορά του χρόνου και κατ΄ επέκταση ο Αλέξανδρος στη λήθη. Το συμπεθέριασμα των νεο-Αλεξανδριτών με τους λιγοστούς αυτόχθονες κάτοικους του χωριού, ταίριαξε τελικά, έδεσε, αποδίδει καρπούς, παρόλα όσα μπορεί, με υπερβολικά συναισθηματική φόρτιση, να έχουμε κατά καιρούς γράψει στο παρελθόν…
2012-07-27