Καζάν καζάν γκαζιέραν ταβάν…, του Μπαμπίνο Φον Γούρμεν
Καζάν καζάν γκαζιέραν ταβάν…
Θα αρχίσω με την επίσκεψη που έκανε ο Σαμαράς στην Τουρκία και τον Ερντογάν… απ’ όπου έμεινε και το ιστορικό καζάν-καζάν! Από αυτό εμπνεύστηκα και εγώ το σημερινό θέμα.
Την εποχή του ’80 δεν υπήρχαν πολλά μαγαζιά να πουλάνε παραδοσιακά-τοπικά προϊόντα… Εγώ τότε είχα το μαγαζί και ενώ είχα πολλά προϊόντα, μου είχε πει ένας Λευκαδίτης να πάρω τον Πάνο τον Μέα (έναν από τους καλύτερους μαστόρους) να μου φτιάξει παστέλια. Που, όμως, να τα φτιάχναμε; Πάνω στο πατάρι του μαγαζιού που δεν είχα χώρο; «Εκεί θα το φτιάξεις», μου είπε! Το σκέφτηκα αρκετά… γιατί έπαιρνα τα προϊόντα αυτά από άλλους εμπόρους! Έπαιρνα ακόμα και από ξένους, εκτός Λευκάδας, από την Πάτρα για παράδειγμα, και έλεγα ότι τα φτιάχνω εγώ.
Μου έβαλαν την ιδέα, λοιπόν, να φτιάξω παστέλι πάνω στο πατάρι… Μια μέρα ανακοίνωσα σε έναν φίλο μου ότι θα το κάνω! «Πρέπει να βρεις ένα μάρμαρο», μου λέει ο Πάνος. Βλέπω εγώ ένα μάρμαρο πίσω από το «Ξενία» και τρέχαμε όλη νύχτα για να το πάρουμε… ήταν και βαρύ και κάναμε αμάν μέχρι να το ανεβάσουμε πάνω. Ολόκληρη επιχείρηση… Το μάρμαρο το είχαμε αποκτήσει… μας έλειπε μόνο η γκαζιέρα.
Παλιά που δεν υπήρχε ηλεκτρικό, είχαμε για το μαγείρεμα τις γκαζιέρες. Εγώ δεν μπορούσα να βάλω ούτε γκάζι, ούτε ηλεκτρικό γιατί θα ανατιναζόμουνα! Πήγα, λοιπόν, στην αποθήκη της μάνας μου και βρήκα μια παλιά γκαζιέρα… Πήγα και στον Χατζηγεωργίου και πήρα το φυτίλι που χρειαζόταν για να ανάψει η φωτιά! Το μόνο που μου έλειπε τώρα ήταν το καζάνι. Δεν υπήρχε πουθενά το κατάλληλο καζάνι… Μέχρι που κάποια στιγμή μου είπε μια γνωστή μου ότι κάποιος που είχε μαγαζί σε μια αποθήκη είχε όλα του τα κουζινικά! Ένα βράδυ παίρνω όλη τη μουλαρία, ανεβαίνουμε τη μάντρα πίσω από το παλιό Πάνθεον, μπαίνω μέσα και τι βλέπω…; Μια θηρία κατσαρόλα, που απ’ έξω ήταν χαλκοματένια και μέσα άσπρη. Την δείχνω στον Πάνο τον Μέα και ξαφνιάστηκε και αυτός. «Που την βρήκες αυτή;», μου λέει. Ήταν αυτή που ήθελα!
Πήραμε την κατσαρόλα, την καθαρίσαμε και τη βάλαμε στη φωτιά για να φτιάξουμε το παστέλι… Έφτιαξα και μια μεγάλη σπάτουλα για να το κοπανάμε και ήμασταν έτοιμοι να αρχίσουμε το πείραμά μας! Γύρω από το μαγαζί δεν υπήρχαν γείτονες… παρά μόνο ο Ζαχαρένιας. Και το μεσημέρι που αρχίσαμε το πείραμά μας, άρχισε να φωνάζει γιατί κάναμε φασαρία και ήθελε να κοιμηθεί. «Τι κάνετε εκεί πάνω μωρέ… θα σας βάλουνε μέσα. Μην ξανακάνετε αυτή τη δουλειά μεσημέρι», μας φώναζε. Και έτσι εγώ περίμενα πότε θα ξυπνήσει ο Ζαχαρένιας για να αρχίσω τη δουλειά. το παστέλι κάποια στιγμή βγήκε… τεντωνόταν λες και ήταν μαστίχα!
Από τότε, τα μεσημέρια που όλοι οι Λευκαδίτες πήγαιναν στα σπίτια τους να κοιμηθούν, εγώ έπαιρνα το μηχανάκι και πήγαινα πάνω στην Φανερωμένη για να δω τα καράβια με τα πρώτα γκρουπ τουριστών που έρχονταν. Αμέσως κατέβαινα στο μαγαζί, το άνοιγα και έβγαζα έξω όλα τα γλυκά για τους τουρίστες! Είχα και κάτι τεράστια λουκούμια -που έπαιρνα από την Πάτρα και έλεγα ότι ήταν δικά μου… τα είχα ονομάσει και λουκούμ κοτσόλ- και γινόταν της κακομοίρας!
Ένα μεσημέρι τι βλέπω…; Βλέπω μια γυναίκα, με ακουστικά στα αυτιά της και στον κόσμο της, με συνοδεία από πίσω της. Ήταν η Χριστίνα Ωνάση… Και τσουπ μπαίνει στο μαγαζί γιατί ήθελε οπωσδήποτε γλυκό! Θυμάμαι ότι κάθε μεσημέρι που ερχόταν η πρώτη στάση που έκανε ήταν σε ’μένα για να φάει παστέλι και μετά στον Λάμπρο στην Πλατεία για να φάει πάστα. Μπορώ να πω, όμως, ότι δεν ήταν από τις γυναίκες που με εντυπωσίασαν. Σε αυτές ανήκει η Νταϊάνα… Έλαμπε ολόκληρη, λες και ήταν από άλλον πλανήτη!
Τότε ήμουνα ο μοναδικός που είχε παραδοσιακά προϊόντα στη Λευκάδα, σε αντίθεσή με τώρα που μπορείς να βρεις παντού! Τα μεσημέρια που είχα ανοιχτό το μαγαζί, έβγαζα τόσα λεφτά που με έφταναν… Οι Γάλλοι ήταν οι καλύτεροι πελάτες μου… Κάθε φορά που ερχόντουσαν ήθελαν λουκούμι, τους άρεσε πολύ!
Ήταν μια εποχή όμορφη… Άρχιζε ο χρυσός αιώνας του Περικλέως! Ήταν η καλύτερη εποχή που πέρασα εδώ στην Ελλάδα!! Αυτό το μαγαζί το κράτησα έξι χρόνια, ώσπου ξαναέφυγα και το πήγαινε-έλα δεν σταμάτησε μέχρι σήμερα!
Εκεί έζησα τα καλύτερά μου χρόνια!
Πριν λίγες μέρες στην προσωπική μου σελίδα στο facebook (Babinos Fon Gourmen) είδα μια φωτογραφία που με συγκίνησε πολύ… Ήταν το μέρος που πήγα και εγκαταστάθηκα στη Γερμανία! Μου την έστειλε στα γενέθλιά μου μια φίλη μου από τη Γερμανία, η Αννίτα και την ευχαριστώ πολύ… Ήξερε που πονάω!
Αποφάσισα να μείνω δίπλα από το ποτάμι γιατί μου θύμιζε τη Λευκάδα! Εκεί σμίγαμε με άλλους Έλληνες μετά τη δουλειά, κάναμε τις παρέες μας, τις βόλτες μας… Κάλυπτα τα μάτια μου έτσι ώστε να μην βλέπω τίποτα άλλο παρά μόνο τη θάλασσα! Εκεί έζησα τα ωραιότερά μου χρόνια… γι’ αυτό και τη φωτογραφία αυτή την έβαλα ως φωτογραφία εξωφύλλου στη σελίδα μου… Για να τη βλέπω κάθε μέρα και να σκέφτομαι ότι βρίσκομαι εκεί!
`Η Λευκάδα χαλαρα" τεύχος 128, 15ης Απριλίου
2013-05-08