Νέα Χορωδία: 50 χρόνια προσφοράς στον πολιτισμό της Λευκάδας
Εξαιρετική η επετειακή παράσταση της Νέας Χορωδίας
Γράφει η Ευαγγελία Κούρτη, φωτογραφίζει ο Μάριος Γαζής.
« ...γιατί το θαύμα δεν είναι πουθενά παρά κυκλοφορεί μέσα στις φλέβες του ανθρώπου»
Γράφει η Ευαγγελία Κούρτη
«Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες∙
τούτες τις πέτρες τις εσήκωσα όσο βάσταξα
τούτες τις πέτρες τις αγάπησα όσο βάσταξα
τούτες τις πέτρες, τη μοίρα μου.
Πληγωμένος από το δικό μου χώμα
τυραννισμένος από το δικό μου πουκάμισο
καταδικασμένος από τους δικούς μου θεούς,
τούτες τις πέτρες».
Από το ποίημα του Γ. Σεφέρη «Μυκήνες», μερικοί στίχοι αφιερωμένοι στη Νέα Χορωδία και στην εξαιρετική βραδιά που μας επεφύλαξε γιορτάζοντας τα πενήντα χρόνια από την ίδρυσή της, το 1964, με τη μεγάλη επετειακή της παράσταση «Από το άλφα θε ν` αρχίσω».
Μικροί και μεγάλοι χορευτές έδωσαν το «παρών» τιμώντας με αυτόν τον τρόπο τη γενέθλια ημέρα, σε μια πανδαισία μουσικής, χορών και χρωμάτων από όλη την Ελλάδα.
Τη βραδιά άνοιξε ο πρόεδρος της Νέας Χορωδίας κ. Άγγελος Παπαδόπουλος, ο οποίος, αναφερόμενος στο ποίημα του Κ.Π. Καβάφη «Η Πόλις», σημείωσε τη σημασία που έχει ο πολιτισμός στη μικρή μας κοινωνία και πώς εμείς οι ίδιοι μέσα από θεσμούς και προσπάθεια τον οικοδομούμε.
Ένας τέτοιος θεσμός ήταν και παραμένει η Ν. Χορωδία, η οποία ανοίγοντας τα φτερά της στην αρχή ως χορωδία, εξελίχθηκε με το πέρασμα των χρόνων και κάτω από την αναγκαιότητα των περιστάσεων ίδρυσε το χορευτικό τμήμα και αργότερα το τμήμα χορού για παιδιά.
Παίρνοντας τη σκυτάλη, η Αγιομαυρίτικη Παρέα, που πλήθυνε κι αυτή με τον καιρό, μαζί με τους κανταδόρους της Ν. Χορωδίας, σε μια πάλλουσα σκηνή, μας τραγούδησαν γνωστές καντάδες, επτανησιώτικα τραγούδια με τον άφθαστο λυρισμό που τους διακρίνει, την αυθεντικότητα και τη γεμάτη μπρίο και ζωντάνια εμφάνισή τους.
Ξεκινώντας, λοιπόν, από το χαμένο αλφαβητάρι που ανακαλύπτουν μικρά παιδιά, ξετυλίγονται μνήμες, χορευτικά δρώμενα, όλη η παράδοση της Ελλάδας σαν ένα κουβάρι που αφήνεται στα χέρια μας και εμείς το «ψηλαφούμε» για να αγγίξουμε την εκφραστικότητα και τη δύναμη της μουσικής μας κληρονομιάς, να νιώσουμε το άρωμα αλλοτινών καιρών.
Και να τα Επτάνησα να σέρνουν το χορό, με ανάερες, κυματιστές όλο χάρη κινήσεις γεμάτες λυρισμό τόσο από τους χορευτές όσο και από τις χορεύτριες-Καρυάτιδες.
Ακολούθησε η Μακεδονία, η οποία ως ευρύτερη πολιτιστική ενότητα στο χώρο των Βαλκανίων, παρουσιάζει ιδιαίτερο ρυθμολογικό ενδιαφέρον αλλά και συμπυκνώνει στα χορευτικά της δρώμενα λατρευτικά-μυστηριακά έθιμα με αρχαία καταγωγή. Χαρακτηριστικός ο «χορός των δαχτυλιδιών», όπου, με τελετουργικό τρόπο, οι κοπέλες όλο χάρη και σεμνότητα _ σχεδόν ιέρειες _ κοιτάζουν και συγκρίνουν τα δαχτυλίδια τους.
Η Θράκη, που ως γνωστόν αποτέλεσε θέατρο πολεμικών συγκρούσεων από αρχαιοτάτων χρόνων, παρουσιάζει έντονο μουσικο-χορευτικό ιδίωμα, επηρεασμένο και από τους γειτονικούς λαούς. Για τους Θράκες ο χορός είναι συνυφασμένος με την καθημερινή τους ζωή ακόμη και από την αρχαία Ελλάδα, όπως μαρτυρούν αρχαίοι συγγραφείς (Πλούταρχος, Ξενοφώντας κ.ά.).
Ακολούθησαν οι χοροί της Καππαδοκίας (Κεντρική Ανατολία), με έντονη την επίδραση από τη θρησκευτικότητα των κατοίκων και τη μορφολογία του εδάφους με τα ατέλειωτα φαράγγια και τους κωνοειδείς βράχους-πέτρινα γλυπτά. Σ` αυτούς αναδεικνύεται μια εσωστρέφεια-σεμνότητα και μια προσήλωση με χαμηλωμένα βλέμματα από τις γυναίκες∙ είναι αργόσυρτοι, τελετουργικοί και ποτέ οι κινήσεις των χεριών δεν υπερβαίνουν το ύψος του κεφαλιού.
Αντίθετα, στη Μικρά Ασία και λόγω του κοσμοπολιτισμού της πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, συναντάμε χορούς με λεβεντιά και αρχοντιά, κινήσεις αργές που βαθμιαία γίνονται γρήγορες, ομαδικές κινήσεις χορευτών που απαιτούν συγχρονισμό, μουσικά όργανα που δεν τα συναντάμε σε άλλες περιοχές, αλλά και χρησιμοποίηση αντικειμένων από τους χορευτές _ κρατούν ποτηράκια, κουτάλια κτλ.
Από τα νησιά του Αιγαίου απολαύσαμε γρήγορους, εύθυμους ομαδικούς _ και όχι μόνο _ χορούς, που αποπνέουν το πνεύμα της νησιώτικης ελευθερίας: «ελαφράδα», «σουστάρισμα», τα πηδήματα των πρωτοχορευτών γίνονται χαμηλά, σε αντίθεση με τους χορούς της στεριανής Ελλάδας που χαρακτηρίζονται από βαρύτητα, στήριξη σε όλο το πέλμα, απότομες κάθετες κινήσεις ή άλματα από και προς το έδαφος.
Καταγοήτευσε η Ηπειρωτική Ελλάδα, με τον τσάμικο να κλέβει την παράσταση και τους παλαιότερους χορευτές σε ένα κρεσέντο απαράμιλλης δεξιοτεχνίας και καλλιτεχνίας.
Άξιοι συγχαρητηρίων όλοι οι χορευτές και οι χορεύτριες αλλά και όσοι συμμετείχαν στο στήσιμο της παράστασης. Ένα μεγάλο «μπράβο» στην κυρία Αγγελική Κόγκα, η οποία με την απαλή «ραδιοφωνική» φωνή της μας μετέφερε με πρωτόγνωρη συγκίνηση σε θραύσματα εποχών που μόνο τον απόηχό τους μπορούμε να νιώσουμε...
Ακόμη ένα μεγάλο «μπράβο» στην κυρία Ευαγγελία Ορφανού για το εξαιρετικό κείμενο και την περίτεχνη σκηνοθεσία της παράστασης, που κύλησε ανάλαφρα παρ` όλη τη μεγάλη διάρκειά της.
Αναμφισβήτητα ο χορός αποτελεί έκφραση, χαρά, κίνηση, αλλά πάνω από όλα καλλιεργεί και αναπτύσσει το πνεύμα, δημιουργεί ολοκληρωμένες προσωπικότητες.
Το παραδοσιακό τραγούδι ως το θεμέλιο της μουσικής κουλτούρας ενός λαού και ο χορός ως ο «λόγος του σώματος» ή με την αρχαιοελληνική καθολική του έννοια _ γνώση, τέχνη και θρησκεία _ είχαν την τιμητική τους λοιπόν σε αυτή την ξεχωριστή συνάντηση-γιορτή με μηνύματα πολλαπλά για τη νεοελληνική μας κοινωνία που μόνο ένας μεγάλος ποιητής όπως ο Γιώργος Σεφέρης μπορεί να αποτυπώσει:
«Η προσωπική μου εμπειρία μού δείχνει πως το πράγμα που με βοήθησε περισσότερο από κάθε άλλο, δεν ήταν οι αφηρημένοι στοχασμοί ενός διανοουμένου, αλλά η πίστη και η προσήλωσή μου σ` έναν κόσμο ζωντανών και περασμένων ανθρώπων∙ στα έργα τους, στις φωνές τους, στο ρυθμό τους, στη δροσιά τους. Αυτός ο κόσμος, όλος μαζί, μου έδωσε το συναίσθημα πως δεν είμαι μια αδέσποτη μονάδα, ένα άχερο στο αλώνι. Μου έδωσε τη δύναμη να κρατηθώ ανάμεσα στους χαλασμούς που ήταν της μοίρας μου να ιδώ. Κι ακόμη μ` έκανε να νιώσω, όταν ξανάειδα το χώμα που με γέννησε, πως ο άνθρωπος έχει ρίζες, κι όταν τις κόψουν πονεί, βιολογικά, όπως όταν τον ακρωτηριάσουν».
«Κι όλα τούτα θα μπορούσα να τα ονομάσω με τη λέξη παράδοση, που την ακούμε κάποτε ψυχρά και μας φαίνεται υπόδικη. Αλήθεια, υπάρχουν ροπές που νομίζουν πως η παράδοση μάς στρέφει σε έργα παρωχημένα και ανθρώπους παρωχημένους∙ πως είναι πράγμα τελειωμένο και άχρηστο για τις σημερινές μας ανάγκες∙ πως δεν μπορεί να βοηθήσει σε τίποτε τον σημερινό τεχνοκρατικό άνθρωπο που γνώρισε φριχτούς πολέμους και φρικτότερα στρατόπεδα συγκεντρώσεως∙ αυτόν τον άνθρωπο που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην κατάσταση του θηρίου και την κατάσταση του ανδροειδούς.
Η παράδοση είναι λοιπόν ένα περιττό βάρος που πρέπει να εξοβελιστεί.
Μου φαίνεται πως αυτές οι ροπές εκπορεύονται από τη σύγχρονη απελπισία για την αξία του ανθρώπου. Είναι τα συμπτώματα ενός πανικού, που εν ονόματι του ανθρώπου τείνουν να κατακερματίσουν την ψυχή του ανθρώπου. Όμως τι απομένει αν βγάλουμε από τη μέση τον άνθρωπο;».
(«Δοκιμές», τ. 2, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1974).
Ευχόμαστε στη Νέα Χορωδία να «τα εκατοστήσει» πάντα από το φως και προς το φως...!
δείτε φωτογραφίες απο την παράσταση εδώ
2014-08-20