Το ισχυρό φύλο
Το ισχυρό φύλο
Του Πάνου Αν. Ροντογιάννη
Σα φτάσουν τα γεράματα που ο καιρός θα φέρει
στ`αδύναμο αντρόγυνο ποιος είν`το πάνω χέρι;
Σκηνή στο χωριό
Μπάμπω:-Αφέντη το τραπέζι μας δυο ώρες πια στρωμένο,
έχει κρυώσει το φαΐ κι ακόμα περιμένω.
Το καφενείο έκλεισε, δε ξέρω πού γυρίζεις.
Μου φαίνεσ`όμως σκεφτικός και βλέπω πως δακρύζεις.
Μήπως και πρασινίσανε οι κόκκινες γραμμούλες
και τις διαβαίνει η τρόικα κι αρχίζει τις ρεμούλες;
Μας μείωσαν τη σύνταξη, μας κόψαν το ΕΚΑΣ;
Χαρά στο πράμμα που`κοψαν!Μη κάθεσαι και σκας.
Κι αν θα μας κόψουν και το φως να ζούμε στο σκοτάδι
δε θα μας κόψουν τις ελιές, θα βγάνουμε το λάδι
να τρώμε και ν`ανάβουμε τα βράδια το καντήλι.
Ψωμί, κρεμμύδια έχομε, νερό και χαμομήλι.
Ας πάν`όλοι στο διάολο, για εμάς λίγα τα χρόνια
ας ξεσκωθούνε τα παιδιά, μαζί τους και τ`αγγόνια.
Λόγο βαρύ ξεστόμισα, ας με σχωρέσ`ο Θέος
μα αυτοί μας κακοπόρεψαν, αυτοί κάμαν το χρέος.
Μας ξαναφέρνουν στα παλιά τα χρόνια μας με βία
αυτά τ`αδούλευτα κορμιά που πήραν εξουσία.
Σάμπως να να μη ποτίσαμε ποτέ αυτό τον τόπο
με αίμα και με ίδρωτα και το σκληρό μας κόπο.
Παιδούλες μεροκάματο, θυμάμαι, που πηγαίναμε
μας τάιζαν ξιδόψωμο κα πάλε δε χορταίναμε.
Ας παν`εκείθε που`ρθανε, καημένε δε βαρυέσαι,
μον`κάθεσαι και χολοσκάς και μου στενοχωριέσαι.
Μονάχα πρόσεξε πολύ να μη σε πιάσει γρίπη
γιατί ο γιατρός στ`αγροτικό δυο χρόνια τώρα λείπει.
Γέρος:-Στεναχωρέθηκα κυρά, γιατί ένας γνωστός μου,
συμπαίκτης μου στην τράπουλα και λίγο κολλητός μου,
με την κυρά κουβέντιαζε κι εκείνη εθυμήθηκε
πως μια φορά στα νιάτα της με άλλον εκοιμήθηκε.
Αυτός του βαροφάνηκε γλυστράει απ`το μπαλκόνι
και σπάει το ποδάρι του, χτυπάει και το σαγόνι.
Μπάμπω:-Ρούφα τώρα τη σούπα σου κι αυτά μη τα προσέχεις.
Εμείς ισόγειο μένουμε και κίνδυνο δεν έχεις.
16:55:13
2016-03-15