Σπύρου Βρεττού, "Αγωνία Επιβίωσης"
Ένα βιβλίο που γράφηκε πριν από 20 περίπου χρόνια στη Λευκάδα, πρωτοκυκλοφόρησε πριν από δεκαεπτά χρόνια και θεωρήθηκε τότε, εκτός των άλλων, ως ένα καλλιτεχνικό επίτευγμά. Είναι το βιβλίο που περιγράφει επακριβώς τα τραγικά γεγονότα που συμβαίνουν σήμερα στην Ιαπωνία, δηλαδή τον πολύ καταστροφικό σεισμό, τα τεράστια παλιρροϊκά κύματα, το ατύχημα- εν δυνάμει εφιάλτη, στα πυρηνικά εργοστάσια, του ολέθρου τελικά…Επισημαίνει και προβλέπει γενικότερα, τη διαρκώς εξελισσόμενη, απειλητική για όλους, πραγματικότητα της εποχής μας, καθώς και την αγωνιώδη αναγκαιότητα των αναζητήσεων ευφυέστερων διεξόδων διαφυγής.
Από το βιβλίο παραθέτουμε δύο αποσπάσματα ( σελ. 54,55 και 76,77 )
• Ανεπαίσθητα την οθόνη κάλυψε το φως της Ανατολής.
Από την αχλή της αυγής, καθώς διαλυόταν, αμυδρά, διαγράφηκε το σχήμα μιας χώρας που ήταν ίσως η Ιαπωνία. Δυο πόλεις με υπερσύγχρονη αρχιτεκτονική αναφάνηκαν, πόλεις που έσφυζαν από ζωή : δρόμοι, αυτοκίνητα, βιομηχανικά συγκροτήματα, ειδυλλιακή εμφάνιση ναού ανάμεσα τους.
Σε πολύ μακρινό πλάνο-μόλις που διακρινόταν- έκαμε την εμφάνιση του το κτίριο του «Διεθνούς Εμπορικού Κέντρου» του Τόκυο, ενώ σε μακρινά επίσης πλάνα εμφανίστηκαν μια σειρά από οικοδομικά τετράγωνα, όπου δέσποζε το σύγχρονο ορθογώνιο.
Ωσάν παρέμβλητα στοιχεία εμφανίστηκαν στην οθόνη το Ιερό και το Χρυσό περίπτερο στην πόλη Κιότο καθώς και η παγόδα του Κοσάν- ζι.
Τρεμόπαιξαν για λίγο απέραντες φυτείες τσαγιού σε απαλό κίτρινο ή πράσινο.
Την οθόνη κάλυψαν δύο πόλεις, μέσα στην καθημερινή τους ζωή, πλαισιωμένες από τη γοητεία των χρωμάτων, του γαλάζιου της θάλασσας, του θαμπού πράσινου, του αμυδρού κίτρινου των ακτών, του θαμπού κόκκινου.
Ήταν ως να φύσηξ’ ένας αέρας μακρινός, βίαιος. Τα κτίρια συνταράχτηκαν σάμπως παιχνίδια απλωμένα σε σκούρο, απαλό χαλί. Έγειραν και χτυπήθηκαν μεταξύ τους, οι δρόμοι γέμισαν ερείπια : μπετόν και σίδερο και αλουμίνιο και σπασμένα κρύσταλλα. Η άσφαλτος αναφάνηκε με βαθιές ρωγμές και τα μικρά υπερσύγχρονα αυτοκίνητα απλοποιήθηκαν στους δρόμους, «προφανώς μαζί με τις ανθρώπινες σάρκες» είπε ο αφηγητής.
Αναφέρθηκαν απρόβλεπτα εκτεταμένες καταστροφές κτιρίων και εγκαταστάσεων. Δεν ακούστηκε οιμωγή ανθρώπινη και δεν έγινε μνεία για τα ανθρώπινα θύματα.
Το «Παγκόσμιο Σύστημα Προειδοποίησης» και το τοπικό «Σύστημα Προειδοποίησης»- μέρος του Παγκόσμιου Συστήματος- με μικρές αποκλίσεις είχαν επισημάνει την επερχόμενη καταστροφή που η έκταση της όμως ήταν εντελώς απρόβλεπτη. ( Μίλησαν τότε και για μια μη αναμενόμενη θύελλα στα έγκατα της γης).
Ένας κίτρινος αρρωστημένος ήλιος πλανιόταν τώρα πίσω από τα ερείπια, ενώ ακουγόταν αέρας δυνατός, ανάμεικτος με ήχους υπερσύγχρονης μουσικής. Μικρές φλόγες φωτιάς αναπηδούσαν από τα ερείπια, ενώ περ’ από ομιχλοσκεπείς εκτεταμένες ακτές τεράστια παλιρροϊκά κύματα κινούνταν κι όλο και κινούνταν…
• Ο Δάντης και ο Βιργίλιος κατευθύνονταν τώρα περ’ από δασωμένες πλαγιές βουνών σε ανοιχτές, εκτεταμένες, ελώδεις μάλλον περιοχές, όπου εύκολα γίνονταν αντιληπτό, πως επρόκειτο για τόπους πυρηνικών εγκαταστάσεων. Την οθόνη κάλυψαν ενδιαφέροντα πυρηνικά εργοστάσια, το καύχημα της νέας τεχνολογίας, «μιας υπερεξελιγμένης, εντελώς ακίνδυνης πλέον τεχνολογίας της νέας εποχής», ώστε ο Δάντης έδειχνε πλέον ότι θεωρούσε παντελώς άστοχο ν’ αναφερθεί και σε κάποιες ατυχείς στιγμές του παρελθόντος με απροσδιόριστες ακόμα και σκοτεινές συνέπειες.
Αν και μια τεράστια λάμψη, ( απροσδιόριστης προέλευσης ), που κάλυψε για λίγο τον ουρανό και μια δεύτερη μακριά στον ορίζοντα, «γιατί φαίνεται πως πάντα παραμένουν ορθάνοικτοι οι δρόμοι του ασίγαστου, τυφλού θανάτου», είπε ο αφηγητής, επέτρεψαν να διαφανούν καμένα πτώματα, ακόμα και τα ορθάνοιχτα κρανία των νεκρών που κείτονταν σε κατεστραμμένα οικήματα. Και χιλιάδες οι αλλοπαρμένοι άνθρωποι που τυφλωμένοι και ακρωτηριασμένοι και με καμένα πρόσωπα, σάλευαν όπως μια θάλασσα που μέσα της αναπτύχθηκαν υπερβολικά ασύμμετρες δυνάμεις, ώστε να τους σπρώχνουν στα τυφλά προς αναρίθμητες κατευθύνσεις. «Δεν έγινε όμως καμιά κουβέντα είπε, για τους ηρωικούς «πυροσβέστες», που ασυλλόγιστα θυσίασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να καταστείλουν τη φωτιά και ν’αποτρέψουν το έσχατο, ανήκεστο κακό, γιατί καμιά πράξη ευγένειας υψηλής, ηρωισμού και αυτοθυσίας δεν μπορούσε πλέον να αποτιμηθεί στα δίσεκτα εκείνα χρόνια».
Ακούστηκε μουσική – όπως ο ήχος, ίσως των συμπαντικών πεδίων, είπε ο αφηγητής-που βαθμιαία μεταβλήθηκε στη μουσική της κάθε ζωντανής δράσης από τους εργάτες που δουλεύουν σε αναρίθμητα εργοστάσια, τις σκεπτόμενες μηχανές που ασταμάτητα παράγουν, από την αέναη κίνηση του ζωντανού κόσμου, που φανερές και αφανείς πηγές κατευθύνουν.
«Υπήρχε λοιπόν κάτι σαν ελπίδα μέσα σ’εκείνο το φαινομενικά ακατάβλητο δυναμισμό που οδηγούσε με τη δική του λογική», αναλογίστηκε ο αφηγητής, καθώς ωραία βουνά γεμάτα δάση κάλυπταν την οθόνη. Ώσπου η εικόνα κινητοποιήθηκε σ’ένα και μόνο, πυκνά δασωμένο βουνό που η χιονισμένη κορφή του άστραφτε στον πρωινό ήλιο σαν πάλλευκο μάρμαρο.
Ο Δρ Σπύρος Βρεττός γεννήθηκε στους Τσουκαλάδες Λευκάδας όπου τελείωσε το δημοτικό. Το γυμνάσιο τελείωσε στη Λευκάδα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1987 αναγορεύτηκε διδάκτορας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Ζει και εργάζεται στη Λευκάδα. Έχει δημοσιεύσει τα μυθιστορήματα "Υποψήφιος σπουδαστής" (Καστανιώτης, 1980), "Ανάπαυλα, Κάθαρση" (Καστανιώτης, 1987), "Αγωνία επιβίωσης ή μελέτη θανάτου" (Λογοθέτης, 1994), το δοκίμιο "Ανθρωπισμός, διαλεκτική φιλολογίας και θετικών επιστημών" (1974), τα "Θέματα σύγχρονου προβληματισμού για την έκθεση" (Καστανιώτης, 1990) και τη μελέτη "Οι λαϊκοί ποιητές της Λευκάδας ως κοινωνικό φαινόμενο" (Καστανιώτης, 1994) κα, δοκίμια και επιστημονικές εργασίες που έχουν δημοσιευτεί σε επιστημονικά περιοδικά,επετηρίδες και πρακτικά συνεδρίων.