lefkada-news

Ηλίας Γεωργάκης: Είμαστε ακόμη ζωντανοί!

ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ ΖΩΝΤΑΝΟΙ !

Το παρακάτω κείμενο είναι αφιερωμένο σε όσους γεννήθηκαν πριν από το 1980. Μετά από μια μακριά διαδρομή στο διαδίκτυο, τώρα κάνει και το γύρο του Facebook, με χιλιάδες κοινοποιήσεις και likes στα social media. Οι περισσότεροι χρήστες θυμούνται τα παλιότερα, και όχι και τόσο μακρινά χρόνια, και μοιράζονται τις αναμνήσεις τους. Το κείμενο θα θυμήσει ίσως πολλά και σε ανθρώπους που γεννήθηκαν και κατά τη δεκαετία του `80. Απόλαυσέ το:

H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε. Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή: περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας. Έπρεπε να περιμένουμε... δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε. Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή. Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί.. Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και......... μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά.. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένα από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες.

Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση.. Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μάς βρει. Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάγαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους» Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα.

Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα.. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε. Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα. Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι.. Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους.. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε.

Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα... μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα. Χάσαμε χιλιάδες μπάλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση. Κυνηγούσα με -σαύρες και πουλιά με αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν.

-Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το! Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στο σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε;

Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι.. Τι φρίκη! Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντιηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ.. Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά. Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα για να τους βάλουμε χέρι, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας; ): D: P> Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε. Αν εσύ είσαι από τους «παλιούς»... συγχαρητήρια! Είχες την τύχη να μεγαλώσεις σαν παιδί....``


-ΕΓΩ να προσθέσω ενα δικό μου, νοσταλγικό κέιμενο, για τη Λευκάδα μας με τίτλο: Η ΗΔΟΝΗ ΤΩΝ ΑΝΑΜΝΗΣΕΩΝ ``.

Βουτιές στα μουράγια του Κάστρου. Μπάλα στην άμμο. Μπάνιο στην αμμόγλωσσα και στο φαναράκι. Μια εποχή, μια ανάμνηση. Μια Λευκάδα. Και θυμόμαστε, γυρίζουμε πίσω στο χρόνο για να περάσουμε νοερώς όμορφα, να απολαύσουμε την ηδονή της ανάμνησης αφού η ζωή μας σήμερα έγινε αφόρητη, μοναχική, πληκτική, σημαδεμένη από την πρωτοφανή οικονομική κρίση, την κατάθλιψη, την ανασφάλεια, το φθόνο και την υποκρισία. Θυμάμαι πηγαίναμε στο Κάστρο με τον Μαγγελάνο, τη βάρκα του Αργύρη και του Ντίνου του Μπαμπάρου. Με το μαϊστράλι να χαϊδεύει τα πρόσωπα μας, να πετάει τα καπέλα. Με τις φθηνές σαγιονάρες( ή συνήθως ξυπόλυτοι )και το μισοτρύπιο μαγιό. Με την αλμύρα να ξεραίνεται στο δέρμα. Και νάσου φόρα για το μακροβούτι, για το ποιος θα κερδίσει. Και να τα καλαμπούρια και τα πειράγματα. Και τα απόβραδα με τις πυγολαμπίδες στην Κουζούντελη, στα καφενεία με τη σουμάδα και τα παξιμάδια. Βόλτα στο παζάρι και στο μώλο. Αχ αυτά τα παιδικά μας χρόνια. Τα παιδικά χρόνια που μας σημαδεύουν. Όλους. Και θα μας σημαδεύουν για όλη μας τη ζωή. Γιατί είναι τα καλύτερα. Τα ομορφότερα. Τα αγαπημένα. Και δεν ειναι μόνο οι μνήμες, οι όμορφες στιγμές, οι πρώτοι έρωτες, τα άγουρα όνειρα, τα φαρομανητά. Είναι οι αναμνήσεις από τις αξέχαστες μυρωδιές αλλά και απο τους ήχους. Oι μυρωδιές και οι ήχοι από τη Λευκάδα. Αξέχαστες. Μοναδικές. Ανεπανάληπτες. Οι μυρωδιές από το βρεγμένο χώμα στα Βαρδάνια. Και από τους γέρικους ευκάλυπτους. Από τη μουτελη στο μόλο και τα ‘ληγμένα» φύκια στο Ιβάρι. Οι διαφορετικές μυρωδιές. Οι αγαπημένες. Του μάραθου στο Κάστρο. Της ασετιλίνης στο πυροφάνι. Των μαντολάτων και της σουμάδας. Του χαλασμένου ξύλου στου ‘Πάπιου’. Της ξεραμένης αλμύρας στο δέρμα ένα Αυγουστιάτικο απομεσήμερο. Των λασπωμένων αυλακιών στου Πουλιού. Η μυρωδιά από το καμένο κερί στον επιτάφιο, στον Αη Νικόλα. Από το Κυριακάτικο, μεσημεριανό. τραπέζι, (με την κατσαρόλα να ‘χοροπηδάει’ από ευχαρίστηση που ολοκλήρωσε το έργο της). Η μυρωδιά των περιβολιών την Πρωτομαγιά. Και του ξεροψημενου ψωμιού απο το φούρνο της Λιόνταινας και του Δειβέκη. Του πρώτου τετραδίου. Και της φθηνής κολόνιας μετά το εφηβικό ξύρισμα. Της βρασμένης κουκούτσας και του φρέσκου ψαριού. Οι μυρωδιές που έρχονται και σήμερα και με συντροφεύουν. Αλλά είναι και αυτοί οι ‘ηχοι, τα ακούσματα. Που με κυνηγάνε. Με χαιδευουν ακομη στα αυτια μου. Οι ηχοι της τρελαμένης καρδιάς στο πρώτο ραντεβού. Ο ήχος τις βροχής πάνω στο τσίγκο. Της σάμπας και της μαζούρκας στο ‘Πάνθεον’. Της φιλαρμονικής και της μεταμεσονύχτιας καντάδας. Της κορνέτας του Καμινάρη. Και της Διάνας την Πρωτοχρονιά. Το χαχανητό του Κοκοκιώρου. Οι φωνές των φολκλορικών συγκροτημάτων στο φεστιβάλ. Οι μπαλιές από το ποδόσφαιρο των φυλακισμένων μέσα στις φυλακές. Ο ήχος από τις σιδερένιες ρόδες από το κάρο του παππού μου, του Νιόνιου. Και από τη καμπάνα της Παναγίας των Ξένων. Οι ήχοι των γλάρων στη λιμνοθάλασσα. Και των αδέσποτων σκυλιών στην Αγία Κ άρα. Μυρωδιές και ήχοι. Ηχοι και μυρωδιές. Που μαζί με τις εικόνες, με τις μνήμες θα με κυνηγούν, θα με μαγεύουν, θα με σημαδεύουν για πάντα.

elgeorgakis.blogspot.gr

2012-06-11

>