Κερδισμένοι και χαμένοι στον οικονομικό χάρτη της «νέας» Ευρώπης
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες μπορεί, φεύγοντας την Παρασκευή το απόγευμα από τις Βρυξέλλες, να δήλωσαν δημόσια όλοι ικανοποιημένοι, αλλά αυτό έγινε για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης. Στην πραγματικότητα από τη Σύνοδο Κορυφής ορισμένοι έφυγαν κερδισμένοι, άλλοι χαμένοι, και άλλοι με την ελπίδα ότι η επόμενη μέρα θα είναι καλύτερη...
Το βέβαιο είναι ότι η Σύνοδος Κορυφής ήταν πολύ ενδιαφέρουσα, αφού τα αποτελέσματά της διαμορφώνουν το νέο πολιτικό και οικονομικό χάρτη στην Ευρωπαϊκή Ενωση για τα επόμενα χρόνια.
Στο ερώτημα ποιοι ήταν οι μεγάλες πρωταγωνιστές της Συνόδου, η απάντηση είναι προφανής: ο γαλλογερμανικός άξονας και ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ντέιβιντ Κάμερον. Στο ερώτημα ποιοι ήταν κερδισμένοι από τους πρωταγωνιστές η απάντηση είναι πιο σύνθετη.
Κερδισμένη σίγουρα στην παρούσα φάση, η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, η οποία επέβαλε στους υπόλοιπους τις δικές της θέσεις και απόψεις περί δημοσιονομικής πειθαρχίας. Οι αποφάσεις που λήφθηκαν στη Σύνοδο, όπως η ενίσχυση της δημοσιονομικής εποπτείας, η εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας σε θέματα προϋπολογισμού, οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί και φυσικά οι κυρώσεις δεν αποτελούν έκπληξη.
Οι περισσότερες είτε είχαν δρομολογηθεί είτε αποτελούσαν προϊόν πολιτικής δέσμευσης. Αυτό που πέτυχε η κα Μέρκελ ήταν να τις διαμορφώσει με τρόπο που δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο παρερμηνειών, στο πλαίσιο της νέας οικονομικής διακυβέρνησης, βασισμένης στο γερμανικό μοντέλο.
Πρακτικά αυτό που πέτυχε η κα Μέρκελ είναι στο μέλλον η επίδειξη αλληλεγγύης να αποτελεί ύστατη επιλογή. Με άλλα λόγια, για να φτάσει μια χώρα της Ευρωζώνης σε σημείο να ζητήσει τη στήριξη των υπολοίπων, θα πρέπει η επιδείνωση της κατάστασής της να οφείλεται σε λόγους που δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν (απρόβλεπτο γεγονός, όπως φυσική καταστροφή, ή βαθιά ύφεση που οφείλεται σε απρόβλεπτους εξωτερικούς παράγοντες).
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ο εκτροχιασμός θα γίνεται έγκαιρα αντιληπτός και θα αντιμετωπίζεται από το ίδιο το κράτος.
Η θωράκιση
Οι αποφάσεις στο δημοσιονομικό σκέλος μπορεί να κρίνονται ικανοποιητικές (από τις αγορές), ωστόσο από πλευράς «θωράκισης» δεν δόθηκε σχεδόν καμία απάντηση.
Η δέσμευση των Ευρωπαίων ηγετών για διάθεση 200 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ υπό μορφή διμερών δανείων, ώστε ο διεθνής οργανισμός να αναλάβει, εάν χρειαστεί, τη στήριξη της Ιταλίας και ενδεχομένως της Ισπανίας, αποτελεί ημίμετρο, που σε καμία περίπτωση δεν είναι αρκετό.
Το ίδιο και η παράλληλη λειτουργία για ένα χρόνο του (από τα μέσα του 2012 μέχρι τα μέσα του 2013), του προσωρινού Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) που θα συσταθεί στα μέσα του 2012, δεδομένου ότι το Βερολίνο αρνήθηκε να συναινέσει στην ενίσχυση των πόρων των δύο ταμείων που ήταν και το ζητούμενο. Πάντως, η κα Μέρκελ δέχθηκε να ξανασυζητηθεί το θέμα των πόρων των δύο ταμείων τον προσεχή Μάρτιο, στην εαρινή Σύνοδο Κορυφής.
Το έτερο ήμισυ του γαλλογερμανικού άξονα, δηλαδή ο Γάλλος πρόεδρος, Νικολά Σαρκοζί, πέρα από την εξουδετέρωση των Βρετανών, δεν είχε άλλα κέρδη από τις αποφάσεις της Συνόδου, απλώς σύρθηκε από το Βερολίνο.
Κι αυτό γιατί πρώτη προτεραιότητα των Γάλλων ήταν η «θωράκιση» της Ευρωζώνης έναντι των αγορών, κάτι που δεν έγινε. Ωστόσο, το Παρίσι ελπίζει ότι μαζί με το Βερολίνο θα κυριαρχήσουν πλέον στην Ε.Ε. σε πολιτικό επίπεδο.
«Επαιξε και έχασε»
Δεινή ήταν η ήττα των Βρετανών, όσο κι αν οι δημοσκοπήσεις στη Μεγάλη Βρετανία επικροτούν τους χειρισμούς του πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος επιχείρησε να εκβιάσει και έχασε κατά κράτος.
Ο κ. Κάμερον ζήτησε ανταλλάγματα για να συναινέσει σε ένα θέμα που δεν τον αφορούσε, όπως η επιβολή αυστηρής δημοσιονομικής εποπτείας στις χώρες της Ευρωζώνης. Εκρινε πως αποτελούσε ευκαιρία για τη χώρα του να εξαιρέσει το City του Λονδίνου από οποιαδήποτε ευρωπαϊκή εποπτεία στο χρηματοπιστωτικό τομέα, δίνοντας την απαραίτητη σύμφωνη γνώμη του για την αναθεώρηση της Συνθήκης.
«Επαιξε και έχασε», υποστηρίζουν στις Βρυξέλλες, μετά την κατηγορηματική άρνηση του γαλλογερμανικού άξονα να υποκύψει στον εκβιασμό. Η Ευρωζώνη συνεχίζει μόνη της, αλλά το κακό για το Λονδίνο είναι ότι την ακολουθούν όλοι οι υπόλοιποι, δηλαδή θα φτάσουμε, όπως όλα δείχνουν, σε ένα 26-1, δηλαδή μια τέτοια απομόνωση που δεν είχε γνωρίσει ποτέ η Μεγάλη Βρετανία από την ένταξή της στην ΕΟΚ το 1973. Το Λονδίνο έχασε όλες τις ανατολικές χώρες, που κάποτε ήταν οι δορυφόροι του...
Τεστ αντοχής από τις αγορές
Οι αποφάσεις της Συνόδου μπορεί να ήταν δραστικές σε ό,τι αφορά το δημοσιονομικό σκέλος, αλλά είναι πολύ πιθανόν ότι δεν θα καθησυχάσουν τις αγορές, οι οποίες μπορεί να επιχειρήσουν να «τεστάρουν» τις αντοχές της Ευρωζώνης, μέσα στις επόμενες μέρες ή βδομάδες.
Ο κίνδυνος αυτός είναι υπαρκτός, για το λόγο αυτό άλλωστε και η Ουάσιγκτον μίλησε για «σημάδια προόδου, που αποτελούν καλή εξέλιξη», αφήνοντας σαφέστατα να εννοηθεί ότι περιμένει και τη συνέχεια, η οποία δεν είναι άλλη από την ενίσχυση του αμυντικού μηχανισμού της Ευρωζώνης.
Είναι προφανές ότι η μοναδική λύση σε περίπτωση νέας αναταραχής είναι μόνο η ενεργοποίηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της απεριόριστης ρευστότητας που διαθέτει, λόγω της δυνατότητας «κοπής» χρήματος, κάτι που δεν έχει κάνει μέχρι σήμερα.
Μπορεί κατά τη διάρκεια της Συνόδου να μη δόθηκε ένα σαφές μήνυμα σχετικά με το τι θα κάνει η τράπεζα σε περίπτωση επιδείνωσης της κατάστασης, ωστόσο στις Βρυξέλλες εμφανίζονται αρκετά αισιόδοξοι, επισημαίνοντας ότι η ΕΚΤ θα κάνει αυτό που πρέπει. Το εστιάζουν στις δηλώσεις που έκανε ο πρόεδρός της, Μάριο Ντράγκι, αναφερόμενος στα αποτελέσματα της Συνόδου (εξέφρασε την απόλυτη ικανοποίησή του), αλλά και στην πολιτική συμφωνία Σαρκοζί-Μέρκελ να μην κάνουν στο εξής δηλώσεις προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, δηλαδή θετικές ή αρνητικές, για τις περαιτέρω κινήσεις της ΕΚΤ (εάν πρέπει να παρέμβει ή όχι).
Η ΕΚΤ μπορεί να καθησυχάσει τις αγορές με πολλούς τρόπους, όπως η μαζική αγορά ιταλικών και ισπανικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, ο δανεισμός του ΔΝΤ, ή ακόμη η μετατροπή του ΕΤΧΣ σε τράπεζα που θα έχει πρόσβαση στη ρευστότητά της.
Το τι θα γίνει είναι θέμα πολιτικής βούλησης, το βέβαιο είναι πλέον ότι οι πιέσεις θα πέσουν στο Βερολίνο σε περίπτωση που χρειαστεί ο «πυροσβεστήρας» της ΕΚΤ.
Οποιος αντέχει, μένει
Αναφορικά με την Ελλάδα, όπως ανέφερε και ο πρωθυπουργός, Λουκάς Παπαδήμος, μετά τη λήξη των εργασιών της Συνόδου Κορυφής, οι αποφάσεις για την αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία δεν μας αφορούν στην παρούσα φάση, γιατί η χώρα βρίσκεται σε τέτοιο καθεστώς (μνημόνιο), όπως και οι άλλες δύο χώρες, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.
Ωστόσο, με βάση το νέο πλαίσιο διακυβέρνησης που προωθείται στην Ευρωζώνη θα παραμείνουν μόνο οι χώρες εκείνες που θα προσαρμοστούν. Πρακτικά στο μέλλον δεν θα υπάρχει η δυνατότητα νέου εκτροχιασμού, που σημαίνει ότι όποιος αντέχει μένει, όποιος δεν μπορεί φεύγει...
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ - nbellos@naftemporiki.gr
2011-12-12
naftemporiki.gr